Μια ανάσα πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, ανάμεσα σε φωταγωγημένους δρόμους και στολισμένα καταστήματα η ψυχική ένταση πολλές φορές δυναμώνει κι αποσυντονίζει τον ανθρώπινο νου. Σαν να είναι μια περίοδος αναμονής που όλοι κάτι περιμένουμε και προσβλέπουμε σε μια αλλαγή που θα επιθυμούσαμε να βελτιώσει μαγικά τη ζωή μας. Κι όσο περιμένουμε κι αυτή δεν έρχεται θυμώνουμε, αγανακτούμε, γινόμαστε ανυπόμονοι κι επιθετικοί. Συχνά βλέπει κανείς ένταση και θυμό παντού: στο δρόμο, στα μαγαζιά, στα σπίτια, στις δουλειές, στις σχέσεις.
Οι γιορτές γίνονται συνήθως κόκκινο πανί γιατί σχετίζονται με την αγάπη, την επαφή και την αποδοχή και πιο συγκεκριμένα με την έλλειψή τους. Οι υποσυνείδητες εγγραφές που έχουν να κάνουν με τις παιδικές μνήμες και τις παιδικές ονειροπολήσεις (ανεξάρτητα αν αυτές πραγματοποιήθηκαν) αφορούν οικογενειακές συγκεντρώσεις ντυμένες με συναισθήματα αγάπης και συνοχής. Ακόμη κι αν κάποιος δεν έτυχε να ζήσει τέτοιες στιγμές, συνήθως τις οραματίζεται και τις αναζητά.
Είναι τέτοια η δύναμη που περικλύεται στην ανθρώπινη συναισθηματική επαφή που ακόμη κι η υποσυνείδητη αναγνώριση της έλλειψής της, προκαλεί θυμό, οργή κι επιθετικότητα. Όπως ακριβώς ένα μικρό παιδί που στερείται το ουσιαστικό και βαθύ νοιάξιμο των γονιών, γίνεται νευρικό, αντιδραστικό, απείθαρχο κι εγωκεντρικό. Οι γονείς μπορεί να αντικαθιστούν το συναίσθημα που λείπει με δώρα ή άλλα ανταλλάγματα αλλά το παιδί δεν εξαγοράζεται. Οι συναισθηματικές ανάγκες του δεν εξαργυρώνονται, παραπλανούνται όμως από τις υλικές παροχές κι έτσι “ξεχνάει” γιατί είναι θυμωμένο. Και καταλήγει αποσυνδεδεμένο από τον εαυτό του να εμφανίζει συμπεριφορές διάσπασης, επιθετικότητας ή κατάθλιψης.
Τα αντίστοιχα συμβαίνουν και στον ενήλικα. Βιώνοντας την απουσία συναισθηματικής εγγύτητας και βαθύτερης επικοινωνίας, καταφεύγει σε αντιπερισπασμούς που στόχο έχουν να παραπλανήσουν τη συνείδησή του και να του δώσουν μια επίφαση ικανοποίησης κι ευτυχίας. Καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να γεμίσει το συναισθηματικό κενό με αγορές, με εικονικά κατορθώματα στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, με προσωπική προβολή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή με ανούσιες συναναστροφές που ονομάζει “σχέσεις”. Τίποτα όμως δεν μπορεί να αντικαταστήσει το πραγματικό έλλειμα κι αυτό, έστω και υποσυνείδητα, δεν μπορεί να το παραβλέψει. Αυτή η λανθάνουσα γνώση δεν μπορεί να απωθηθεί επαρκώς κι έτσι παράγεται μια σειρά αρνητικών συναισθημάτων, εκνευρισμού, θυμού, οργής και κατάθλιψης που η επιφανειακή λογική δεν μπορεί να εξηγήσει. Συχνά οι γύρω αναρρωτιούνται γι’ αυτήν την ένταση γιατί δείχνει κανείς σαν να μην του λείπει τίποτα. Έχει εκπαιδεύσει τον εαυτό του να μην δείχνει το τραύμα της έλλειψης του παρά μόνο μέσω της αρνητικής συμπεριφοράς. Στην ουσία αρνείται να δεχτεί τη συναισθηματική απομόνωση από τον γονιό, τον σύντροφο, τον φίλο, το κοινωνικό περιβάλλον ή απ’ όποιον άλλο επιζητά την αγάπη και το ενδιαφέρον. Καθηλώνεται σ’ αυτήν την άρνηση, όπως το μικρό παιδί, και αποφεύγει να πενθήσει ουσιαστικά γι’ αυτό που δεν υπάρχει. Όμως το πένθος εμπεριέχει την εξέλιξη αφού κάθε τέλος σηματοδοτεί μια νέα αρχή. Χρειάζεται να κλείσει κάτι για να ξεκινήσει κάτι καινούριο στη θέση του.
Αν λοιπόν θέλουμε να έρθει το νέο και η αλλαγή, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να παραμένουμε παθητικοί προσμένοντας μαγικές επεμβάσεις, ούτε να θυμώνουμε και να οργιζόμαστε όταν αυτό που περιμένουμε δεν έρχεται. Ας θυμόμαστε πως αν δεν έρχεται είναι γιατί εμείς δεν πάμε προς αυτό.